Chaviaras Kyriacos - Χαβιαρας Κυριακος

Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή, σε γνωρίζω από την όψη που με βία μετράει τη γη.

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2012

Ιουλιανός,Ο Μέγας...Ένας πραγματικός Έλληνας !!!

Ιουλιανός,Ο Μέγας...Ένας πραγματικός Έλληνας !!!

 


Είναι αισχρό και άδικο αληθινά μεγάλοι άνθρωποι, όπως ο Ιουλιανός ο Μέγας να υποτιμάται και να μειώνεται από τους γνωστούς υπόπτους. Είναι λοιπόν καιρός πιστεύω να βάλουμε κάποια κομμάτια και πραγματικά μεγάλους ανθρώπους, στην θέση τους.

Ο Ιουλιανός ο Μέγας είναι ένας από αυτούς. Μεγάλος λάτρης της Ελληνικής φιλοσοφίας και σκέψης, θέλησε να επαναφέρει την φιλοσοφία και την Ελληνική παιδεία στην αυτοκρατορία του, που είχε πάρει την κατρακύλα του αφανισμού-χριστιανισμού.
Αποκαλούν μέγα τον....
αιμομίκτη, δολοφόνο, αδίστακτο και σκληρό Κωνσταντίνο και την μητέρα του, γιατί έτσι τους βολεύει και παραβάτη ένα αληθινά μεγάλο άνθρωπο γιατί τους εμπόδισε να κάνουν πλιάτσικο στην αυτοκρατορία.
Γιατί τους εμπόδισε να καταστρέψουν την φιλοσοφία, τα γράμματα, τις τέχνες και τον Ελληνικό φιλοσοφικό τρόπο σκέψης, ζωής, Ελευθερίας. Σε ένα κόσμο που προήγαγαν τα σκοτάδια, την αμορφωσιά και τον χριστιανισμό, όπως σήμερα.
Ας πάψουμε να τον αποκαλούμε με τα ονόματα που του απέδωσαν οι χριστιανοί του Βυζαντίου και συνεχίζουν οι σύγχρονοι σκοταδιστές. Ειδικά οι Έλληνες έχουμε πολλούς λόγους να τιμούμε και να προσφωνούμε με το σωστό του όνομα τον Ιουλιανό τον Μέγα. Ας δούμε λοιπόν ποιός ήταν αυτός ο μεγάλος άνθρωπος.
Ο Ιουλιανός ο Μέγας (Φλάβιος Κλαύδιος Ιουλιανός, Λατ. Flavius Claudius Julianus), γνωστός από τους χριστιανούς ως Ιουλιανός ο Παραβάτης ή Ιουλιανός ο Αποστάτης, αλλά και Μέγας Ιουλιανός, ήταν Ρωμαίος αυτοκράτορας κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο. Συμβασίλευσε, ως Καίσαρας, με τον Κωνστάντιο Β’ από το 355 ως το 360 και μόνος του, ως Αύγουστος, από το 361 ως το 363.

Ο Ιουλιανός ήταν ο τελευταίος αυτοκράτορας της Κωνσταντίνειας δυναστείας και ο μοναδικός παγανιστής μετά τον Μέγα Κωνσταντίνο.
Ο Ιουλιανός ο Μέγας υπήρξε βαθύτατα μορφωμένος άνθρωπος. Επηρεασμένος από την ελληνική κλασική παιδεία, ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του Έλληνα και δεν δίσταζε να να δηλώνει «Έλλην ειμί». Σε επιστολή του προς τον φιλόσοφο Θεμίσιο θα αναφέρει χαρακτηριστικά:
  • «Φεύγοντας για την Ελλάδα, τότε που όλοι νόμιζαν πως με στέλναν εξορία, τάχα δε δόξασα την τύχη μου σαν να γιόρταζα τη μεγαλύτερη γιορτή, λέγοντας πως εκείνη η αλλαγή ήταν για μένα ό,τι καλύτερο και πως είχα ανταλλάξει, όπως λένε, «Χαλκό με χρυσάφι και εννιά βόδια με εκατό»; Τέτοια αγαλλίαση ένιωθα που μού ‘λαχε να πάω στην Ελλάδα αντί να μείνω σπίτι μου κι ας μην είχα εκεί ούτε χωράφι ούτε κήπο ούτε ένα σπιτάκι δικό μου».
Σε κάποια άλλη του επιστολή («Εγκώμιον στην αυτοκράτειρα Ευσεβία»), δεν μπορεί να κρύψει την αγάπη του για την Ελλάδα:
  • «Μα τι μ’ έχει πιάσει; Και τι είδους ομιλία είχα σκοπό να ολοκληρώσω αν όχι τον έπαινο της αγαπημένης μου Ελλάδας,
  • που δεν μπορώ να τη φέρω στο νου χωρίς να μένω έκθαμβος με κάθε τι δικό της;».
Ο Ιουλιανός ο Μέγας υπήρξε ο μόνος μη χριστιανός αυτοκράτορας του Βυζαντίου, όπως και όλους όσους στεκόταν εμπόδιο στα σχέδιά της. Τον Ιουλιανό τον ενοχλούσε το φαινόμενο του Χριστιανισμού που ερχόταν σε ευθεία σύγκρουση με την ελληνική του παιδεία και μόρφωση, καθώς και με τον Ελληνικό Πολιτισμό που λάτρευε. Προσπάθησε να βάλει φρένο στην ασυδοσία των κληρικών και τον πλουτισμό της Εκκλησίας, χωρίς ωστόσο να προχωρήσει σε διώξεις εναντίον τους
  • «Εγώ, μα τους θεούς, δε θέλω ούτε να σκοτώνονται οι χριστιανοί ούτε να δέρνονται άδικα ούτε άλλο κακό να παθαίνουν» [«Ιδιόχειρη επιστολή προς τον Ατάρβιο»]).
Απεναντίας προσπάθησε να κρατήσει μια ισορροπία. Εκδίδει διατάγματα περί ανεξιθρησκίας, προσπαθώντας ταυτόχρονα να αναβιώσει την ελληνική (και ρωμαϊκή) θρησκεία. Επιστρέφει τις περιουσίες και ανακαλεί από την εξορία τους, διωχθέντες από τον -αρειανιστή- Κωνστάντιο, ορθόδοξους χριστιανούς. Καταργεί τις κρατικές χορηγήσεις στην χριστιανική εκκλησία. Εκδίδει πέντε διατάγματα για την ενίσχυση της εξουσίας των τοπικών βουλών. Απαγορεύει να τον προσαγορεύουν «Δεσπότη» και διακηρύσσει ότι θεωρεί τον εαυτό του μέλος της συγκλητικής τάξης.

Στις επιστολές του απευθύνεται προς τις βουλές των πόλεων ως ίσος προς ίσον. Προωθεί μέτρα (φοροαπαλλαγές, παραγραφή χρεών κ.α.) για την ενίσχυση της αυτονομίας των πόλεων. Προσπαθεί να συμφιλιώσει τις αντιμαχόμενες μερίδες των χριστιανών και να αποτρέψει συγκρούσεις ανάμεσα σε εθνικούς και χριστιανούς («Σε όλους τους χριστιανούς έχω φερθεί με τέτοια πραότητα και φιλανθρωπία, που κανείς απ’ αυτούς δεν υφίσταται βία πουθενά ούτε τους σέρνουν με το ζόρι στα ιερά ούτε εξαναγκάζονται να κάνουν οτιδήποτε ενάντια στη θέληση τους» [«Προς του κατοίκους της Έδεσσας»]).

Επιχειρώντας να περιορίσει την χριστιανική προπαγάνδα και την εξάπλωση του Χριστιανισμού, εκδίδει διάταγμα αποκλεισμού των χριστιανών δασκάλων από την παιδεία· απαγορεύει τα κληροδοτήματα προς τις εκκλησίες· υποχρεώνει τους χριστιανούς να επανορθώσουν τις ζημιές που είχαν προξενήσει στα ιερά των εθνικών. Ο Ιουλιανός ο Μέγας θα δικαιολογήσει το μέτρο που πήρε, να απαγορέψει στους χριστιανούς ρητοροδιδασκάλους και γραμματικούς να διδάσκουν ελληνική φιλολογία, συνοψίζοντας την όλη στάση του απέναντι τους στην φράση:
«Πηγαίνετε στις εκκλησίες σας, να ερμηνεύσετε Ματθαίο και Λουκά»… Οι χριστιανοί θεώρησαν ότι το μέτρο εκείνο κατ’ επέκταση απαγόρευε και στα παιδιά τους να σπουδάζουν. Ως προς αυτό όμως ο Ιουλιανός, προς το τέλος της επιστολής («Επιστολή 42»), είναι σαφής…

  • Σωστή παιδεία, νομίζω, δεν σημαίνει το να χειρίζεσαι τις λέξεις και τη γλώσσα με ευρυθμία, αλλά το να σε διακρίνει η υγιής νοητική διάθεση να σκέφτεσαι λογικά, να ‘χεις σωστές απόψεις για το καλό και το κακό, το ωραίο και το αισχρό. Αυτός, λοιπόν, που άλλα πιστεύει και άλλα διδάσκει σ’ όσους μαθητεύουν πλάι του, νομίζω έχει απομακρυνθεί τόσο από την παιδεία όσο και από την τιμιότητα.

  • Και αν η διαφορά ανάμεσα στις σκέψεις και στα λόγια αφορά σε μικροζητήματα, τότε είναι κάπως υποφερτό το κακό. Στα μεγάλα ζητήματα όμως, αν κάποιος διδάσκει τα αντίθετα απ’ αυτά που πιστεύει, πώς να μη θεωρηθεί άνθρωπος πανούργος, κάθε άλλο παρά έντιμος και ευσυνείδητος, που μιλάει με πολύ καλά λόγια για πράγματα που τα θεωρεί τιποτένια, εξαπατώντας και δελεάζοντας με επαίνους εκείνους στους οποίους επιδιώκει να μεταδώσει τις δικές του ασχήμιες;

  • Όσοι λοιπόν θέλουν να επαγγέλονται τον δάσκαλο πρέπει να είναι άνθρωποι δίκαιοι και λογικοί, κι οι ιδέες που έχουν ενστερνιστεί να μην έρχονται σε σύγκρουση με το δημόσιο λειτούργημα τους. Και πολύ περισσότερο απ’ όλους, θα ‘πρεπε τέτοιας ποιότητας άνθρωποι να είναι όλοι όσοι ασχολούνται με την ερμηνεία των αρχαίων κειμένων στους νέους, είτε ρήτορες είναι αυτοί είτε απλοί δάσκαλοι είτε σοφιστές -και πολύ περισσότερο αυτοί οι τελευταίοι, που φιλοδοξούν να διδάξουν όχι μονάχα τη γλώσσα αλλά και την ηθική, και διατείνονται ότι ειδικότητα τους είναι η πολιτική φιλοσοφία.

  • Αν τώρα αυτό είναι αλήθεια ή όχι, ας το αφήσουμε για την ώρα· τους επαινώ που έχουν τη φιλοδοξία να ασκούν ένα τόσο ωραίο επάγγελμα, αλλά θα τους επαινούσα ακόμα περισσότερο αν δεν ήταν ψεύτες και αν δεν έδιναν λαβή να θεωρηθεί ότι άλλα πιστεύουν και άλλα διδάσκουν στους μαθητές τους. Τι λέτε λοιπόν; Για τον Όμηρο, τον Ησίοδο, τον Δημοσθένη, τον Ηρόδοτο, τον Θουκυδίδη, τον Ισοκράτη και τον Λυσία, δεν ήσαν κεφαλές της παιδείας οι θεοί; Μήπως δεν θεωρούσαν προστάτες τους, άλλοι τον Ερμή και άλλοι τις Μούσες; Είναι λοιπόν παράλογο, έτσι νομίζω, κάποιοι που δουλειά τους είναι να ερμηνεύουν τα έργα όλων αυτών, συγχρόνως να καταφρονούν τους θεούς που εκείνοι τίμησαν. Και παρ’ όλο που το θεωρώ παράδοξο αυτό, δεν ισχυρίζομαι ότι πρέπει να αλλάξουν ιδέες οι δάσκαλοι της νεολαίας.
  • Τους αφήνω να επιλέξουν ανάμεσα στο να μη διδάσκουν αυτά που δεν θεωρούν αξιόλογα και σημαντικά ή, αν επιθυμούν να συνεχίσουν τη διδασκαλία, πρώτα απ’ όλα να κηρύξουν στους μαθητές ότι ούτε ο Όμηρος ούτε ο Ησίοδος ούτε κανείς από όσους ερμηνεύουν…(λείπουν λέξεις)…αφού μέχρι και για ασέβεια τους έχουν κατηγορήσει και για ανοησία και θεολογικές πλάνες. Κι αφού χάρη στα συγγράμματα εκείνων κερδίζουν χρήματα και ζουν ετούτοι εδώ, είναι σαν να το παραδέχονται πως είναι αισχροκερδείς και για λίγες δραχμές είναι ικανοί για όλα.

  • Μέχρι τώρα, πολλά ήσαν τα αίτια που ο κόσμος δεν επισκεπτόταν τα ιερά, και ο φόβος που επικρεμόταν από παντού συγχωρούσε την απόκρυψη της αληθινής γνώμης για τους θεούς. Τώρα όμως που οι θεοί μάς έδωσαν την ελευθερία, μου φαίνεται παράλογο το να διδάσκει κανείς τους ανθρώπους αυτά που δεν εγκρίνει. Μα αν θεωρούν ότι είναι σοφοί εκείνοι των οποίων τα έργα ερμηνεύουν και τους οποίους αναγνωρίζουν ως προφήτες, ας μιμηθούν πρώτα την ευσέβεια εκείνων προς τους θεούς· αν όμως υποστηρίζουν ότι εκείνοι που αξίζουν τις μεγαλύτερες τιμές είχαν πλανηθεί, τότε ας πάνε στις εκκλησίες των χριστιανών να ερμηνεύσουν Ματθαίο και Λουκά…
  • Οι δικοί σας νόμοι σας απαγορεύουν να τρώτε από τα ζώα που θυσιάζονται. Εγώ όμως θα προτιμούσα να «ξαναγεννηθεί», όπως θα λέγατε και σεις, και η ακοή και η γλώσσα σας…(λείπουν λέξεις). Ιδού λοιπόν ο νέος νόμος που ισχύει για τους καθηγητές και διδασκάλους. Κανένας νέος που θέλει να φοιτήσει δεν αποκλείεται. Δεν θα ήταν ούτε λογικό ούτε δίκαιο, να κλείσω το δρόμο σε παιδιά που ακόμα δεν ξέρουν τι κατεύθυνση να ακολουθήσουν -από φόβο μήπως τα σπρώξω προς τα πατροπαράδοτα χωρίς να το θέλουν παρ’ όλο που θα ήταν δίκαιο, όπως τους τρελούς, έτσι κι αυτούς να τους θεραπεύσουμε παρά τη θέληση τους. Πιστεύω όμως πως τους ανόητους πρέπει να τους διδάσκεις κι όχι να τους τιμωρείς.

Όσον αφορά τα οικονομικά μέτρα που έλαβε κατά της Εκκλησίας, θα τα αιτιολογήσει μ’ ένα επιχείρημα άκρως…χριστιανικό («Προς του κατοίκους της Έδεσσας»):
  • Αφού λοιπόν ο θαυμάσιος νόμος τους, τούς προτρέπει να απαρνηθούν τα υπάρχοντα τους για να πορευτούν πιο εύκολα προς τη βασιλεία των ουρανών, γι’ αυτό κι εμείς, συμφωνώντας με τους αγίους τους, δώσαμε διαταγή να κατασχεθούν όλα τα χρήματα της εκκλησίας των Εδεσσητών και να δοθούν στους στρατιώτες και τα κτήματα τους να προστεθούν στα δικά μας ιδιόκτητα.
  • Κι αυτό για να φτωχύνουν και να βάλουν μυαλό, αλλά και για να μη στερηθούν τη βασιλεία των ουρανών στην οποία ακόμα ελπίζουν. Και τους κατοίκους της Έδεσσας τους προειδοποιώ να μένουν μακριά από καυγάδες και εξεγέρσεις, για να μη μου κεντρίσουν το αίσθημα της φιλανθρωπίας και τους τιμωρήσω με ξίφος, φωτιά και εξορία, για διατάραξη της κοινωνικής γαλήνης.
Αναφερόμενος στους κληρικούς, θα γράψει («Προς τους κατοίκους της Βόστρας»):
  • Αντί να χαίρονται που έμειναν ατιμώρητοι για τις κακές τους πράξεις, ποθούν την παλιά τους εξουσία, κι επειδή δεν μπορούν πια να δικάζουν, να γράφουν διαθήκες, να βάζουν στο χέρι ξένες κληρονομιές και να τα χαρίζουν όλα στον εαυτό τους, κινούν τα νήματα για να προκαλέσουν αταξία, ρίχνουν λάδι στη φωτιά και πάνω στα παλιά δεινά τολμούν να συσσωρεύουν καινούρια, οδηγώντας τον λαό σε διχόνοια. Σκέφτηκα λοιπόν πως έπρεπε να αναγγείλω στους κατοίκους όλων των πόλεων με το διάταγμα αυτό, ότι απαγορεύεται να ξεσηκώνονται μαζί με τους κληρικούς, να παρασύρονται απ’ αυτούς και να σηκώνουν πέτρες δείχνοντας απείθεια στους άρχοντες.
  • Έχουν το ελεύθερο να συγκεντρώνονται όποτε θέλουν και να προσεύχονται για τον εαυτό τους όπως επιθυμούν. Αν όμως κάποιοι προσπαθούν να τους πείσουν να ξεσηκωθούν -δήθεν- για τα συμφέροντα τους, ας μη συμμετέχουν σε ταραχές για να μη τιμωρηθούν.
Και συνεχίζει, απευθυνόμενος «Προς τους κατοίκους της Βόστρας»:
  • Μονοιάσετε εσείς ο λαός μεταξύ σας. Όλοι ας αποφύγουν τις αντιπαλότητες και ας μη παρανομεί κανείς- και οι παραστρατημένοι να μην παρανομούν σε βάρος όσων ορθά και δίκαια λατρεύουν τους θεούς σύμφωνα με την παράδοση αιώνων, και όσοι λατρεύουν τους θεούς να μην καταστρέφουν και λεηλατούν τα σπίτια εκείνων που -περισσότερο λόγω άγνοιας παρά από πεποίθηση- έχουν παραστρατήσει…
  • Και τώρα όπως και πολλές φορές στο παρελθόν, παρακινώ αυτούς που διακατέχονται από αληθινό σεβασμό στους θεούς να μην αδικούν τα πλήθη των χριστιανών, ούτε να τους επιτίθενται και να τους προσβάλλουν. Περισσότερο πρέπει να λυπόμαστε παρά να μισούμε όσους σφάλλουν πάνω στα πιο σημαντικά ζητήματα· γιατί το μεγαλύτερο καλό είναι η θεοσέβεια ενώ αντίθετα το μεγαλύτερο κακό είναι η ασέβεια…
Όλα τα παραπάνω, όπως ήταν επόμενο, αποτέλεσαν ικανούς λόγους για την έκφυλη χριστιανική Εκκλησία, ώστε να ο Ιουλιανός να «βαπτισθεί» «Αποστάτης» και «Παραβάτης». Θέλοντας δε οι Ιουδαιοχριστιανοί να «λερώσουν» το όνομα του Ιουλιανού, δεν δίστασαν να του χρεώσουν ανυπόστατες φήμες που είχαν ως κοινή πηγή τον Βυζαντινό χρονογράφο και μοναχό, Γεώργιο Κεδρηνό, ο οποίος έζησε προς το τέλος του 11ου και στις αρχές του 12ου αιώνα μ.Χ. «Χάρις» λοιπόν στον Κεδρηνό, «μαθαίνουμε» ότι ο Ιουλιανός τελούσε σπονδές προς τους θεούς, ξεκοιλιάζοντας μωρά και έγκυες γυναίκες για να κάνει οιωνοσκοπίες με τα σπλάχνα τους, ότι προς τον Ιουλιανό δόθηκε ο τελευταίος χρησμός της Πυθίας κι ότι λίγο πριν πεθάνει (πιθανότατα από χριστιανικό χέρι) αναγνώρισε τάχα την ήττα του λέγοντας «Νενίκηκάς με Ναζωραίε» (με νίκησες Χριστέ). Πρόκειται δηλαδή για χονδροειδή αισχρά κατασκευάσματα της Εκκλησίας, που ήθελαν να καταδείξουν με κάθε τρόπο την επικράτηση του Χριστιανισμού. Ας σημειωθεί ότι όσοι άλλοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς αναφέρθηκαν στα τελευταία λόγια του αυτοκράτορα, είχαν την τιμιότητα να προειδοποιούν τον αναγνώστη με ένα «λένε ότι»…

Μετά τον θάνατο του Ιουλιανού,
  • κύμα τρομοκρατίας ξέσπασε στην Ανατολική Αυτοκρατορία. Σχεδόν αμέσως πυρπολήθηκε από χριστιανούς η Βιβλιοθήκη της Αντιόχειας. Ακολούθησαν ομαδικοί διωγμοί και βίαιοι θάνατοι φιλοσόφων, καταδίκες για μαγεία των πιστών του αρχαίου Πανθέου, καταστροφές αρχαίων ναών αλλά και εστιακών σημείων του Ελληνισμού που δεν είχαν λατρευτικό χαρακτήρα, όπως τα γυμνάσια και τα μουσεία· με τελική κατάληξη την απαγόρευση της αρχαίας θρησκείας από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο (Νοέμβριος 392) και την σχεδόν ταυτόχρονη απαγόρευση των Ολυμπιακών Αγώνων…

  • Το Ελληνικό Πνεύμα, κατατρεγμένο, θα βρει πλέον καταφύγιο στις φιλοσοφικές σχολές, στις περισσότερες από τις οποίες δεν απομένουν παρά μερικές δεκαετίες ζωής. Ως και το εθνικό όνομα των Ελλήνων τέθηκε υπό απαγόρευση… Σήμερα ο Ιουλιανός αποτελεί μια ενοχλητική παρένθεση μέσα στα εγχειρίδια της ελληνικής ιστορίας. Αναφέρεται πάντοτε με το επώνυμο που του χάρισαν οι χριστιανοί («Παραβάτης» ή «Αποστάτης») οι οποίοι, στην καλύτερη περίπτωση, τον εμφανίζουν ως έναν ανεδαφικό οραματιστή· ένα μικρό ανάχωμα που παρασύρθηκε από το ποτάμι της ιστορίας…

Είναι ευτύχημα για τους ιστορικούς,
τ’ ότι ο Ιουλιανός δεν περιοριζόταν στο να μιλάει πολύ (ένα από τα ελαττώματα που του καταλογίζει ο Αμμιανός Μαρκελίνος) αλλά και υπαγόρευε πολύ· κι όταν δεν υπαγόρευε, έγραφε ο ίδιος, νύχτα πάντα. Ο Ιουλιανός ήταν ένας μανιακός της επικοινωνίας· κι αφότου ανέβηκε στον θρόνο, η νέα του ιδιότητα τού επέτρεπε, όταν δεν του επέβαλλε, να επικοινωνεί γραπτώς με τους πάντες: Είτε με το σύνολο των κατοίκων μιας πόλης (όπως παραπάνω) είτε με τον διοικητή μιας μακρινής επαρχίας είτε με μέλη της συγκλήτου· κυρίως όμως τον ενδιέφερε η επικοινωνία με ανθρώπους των γραμμάτων. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις πήρε την εξουσία έστειλε επιστολές σε αναρίθμητους διανοούμενους όλων των θρησκευμάτων και όλων των αποχρώσεων, καλώντας τους κοντά του.
  • Όπως επίσης το ότι τις ίδιες εκείνες μέρες, τα έβαλε μ’ έναν νεαρό κυνικό φιλόσοφο που τον είχε αγανακτήσει, γράφοντας έναν μακροσκελή λόγο με τίτλο «Κατά του κυνικού Ηράκλειου, σχετικά με το πώς πρέπει να εφαρμόζεται ο Κυνισμός και το αν ταιριάζει να πλάθει μύθους ο Κυνικός». (Γεμάτος σεβασμό για τον πρώτο Κυνικό, τον Διογένη, και δυσφορώντας με την ελαφρότητα των επιγόνων του, ο Iουλιανός συνέχισε την πολεμική του με ένα δεύτερο φιλοσοφικού χαρακτήρα έργο με τίτλο «Προς τα απαίδευτα σκυλιά» [δηλαδή τους αμόρφωτους κυνικούς]).
Ο λόγος «Κατά χριστιανών» του Ιουλιανού, είναι ένα έργο υπεράσπισης του ελληνικού πολιτισμού, της ελληνικής θρησκείας και του ελληνικού πνεύματος και κατηγορεί τους απολίτιστους Εβραίους πως αφού «έκλεψαν» στοιχεία τους, τα διαστρέβλωσαν με ανήθικο τρόπο. Ο Ιουλιανός χρησιμοποιεί τις αναρίθμητες αντιφάσεις και παραλογισμούς της Αγίας Γραφής για να ασκήσει κριτική στον Ιουδαιοχριστιανισμό, ενώ βάλλει και κατά των «Πατέρων» της Εκκλησίας, όπως κατά του «άθλιου Ευσέβιου» που «υποστηρίζει ότι έχουν και αυτοί κάποια ποιήματα με εξάμετρους στίχους, και περηφανεύεται ότι και οι Εβραίοι ασχολούνται φιλοσοφικά με τη λογική, που τ’ όνομά της από τους Έλληνες το πρωτάκουσε».
Ο αυθεντικός τίτλος του κειμένου είναι «Κατά Γαλιλαίων», τον οποίο χρησιμοποίησε ο Ιουλιανός ο Μέγας έχοντας για παράδειγμα τον -κατά δύο αιώνες προγενέστερό του- στωικό φιλόσοφο Επίκτητο. Ο Ιουλιανός χρησιμοποιούσε το υποτιμητικό παρωνύμιο «Γαλιλαίοι» για τους χριστιανούς, θεωρώντας πως έτσι περιόριζε το «βεληνεκές» τους σε μια ορισμένη γεωγραφική περιοχή (η διατήρηση του παρωνυμίου στη νεοελληνική απόδοση θα ήταν αδόκιμη).
Όπως ο «Αληθής Λόγος» του Κέλσου και το «Κατά χριστιανών» του Πορφύριου, έτσι και το «Κατά χριστιανών» του Ιουλιανού, διασώθηκε μέσα από το έργο κάποιου χριστιανού, που το παρέθεσε κομματιαστά προκειμένου να το ανασκευάσει.
Μόνο που, ενώ ο «Αληθής Λόγος» σώθηκε κατά το 80%, από το έργο του Ιουλιανού του Μέγα, ζήτημα είναι αν έχουμε το ένα τέταρτο: Πρόκειται για εκτενή αποσπάσματα του πρώτου από τα τρία βιβλία που απάρτιζαν το έργο. Όσο για το χριστιανικό έργο που εμπεριείχε το «Κατά Γαλιλαίων», αυτό σώζεται μόνο κατά το ήμισυ… Γράφτηκε από τον επίσκοπο Αλεξανδρείας Κύριλλο ο οποίος και ανακατέταξε (δηλαδή έκοψε και έραψε) το αρχικό κείμενο καταπώς τον διευκόλυνε και επιπλέον απάλειψε, όπως είπε και ο ίδιος, χωρία που τα θεώρησε υβριστικά. Κατόπιν όλων αυτών, βρέθηκε ένας ερευνητής ονόματι K. J. Neumann, που καταπιάστηκε με την ανασύνθεση του έργου και το εξέδωσε στη Λειψία το 1880, με τον τίτλο «IULIANIITERATOR IS LlBRORUM CONTRA CHRISTIANOS QUAE SUPERSUNT».
Είναι ευνόητο λοιπόν το έργο, όπως έχει σωθεί, να μην έχει ειρμό και συνοχή. Εξακολουθεί όμως, έστω κι έτσι, να παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον: Ο Ιουλιανός ο Μέγας δεν ήταν ένας απλοϊκός αντίπαλος του Χριστιανισμού· από μικρός, γνώριζε άριστα τις Γραφές όπως και την ιουδαϊκή μυθολογία. Όπως γράφει ο Ευνάπιος, τον ανήλικο Ιουλιανό τον είχαν από κοντά άνθρωποι του παλατιού (ευνούχοι), ώστε να εξασφαλιστεί το ότι θα γινόταν χριστιανός. Όμως εκείνος, «παρ όλα αυτά, έδειξε την υψηλή του φύση:
  • Μάθαινε αμέσως απ’ έξω όλα τα χριστιανικά βιβλία, τόσο που οι δάσκαλοι του αγανακτούσαν που το δασκαλίκι τους κρατούσε λίγο, καθώς δεν είχαν τι να διδάξουν στο παιδί. Κι αφού πια δεν είχε τι άλλο να μάθει απ’ αυτούς, ζήτησε από τον εξάδελφο του Κωνστάντιο να του επιτρέψει να παρακολουθήσει μαθήματα φιλοσοφίας και ρητορικής. Και κείνος, του το επέτρεψε γιατί προτιμούσε να χάνεται μες στα βιβλία ο Ιουλιανός παρά να θυμάται την οικογένεια του και το βασιλικό αξίωμα…».

Κέλσος “Αληθής Λόγος”
Ο «Αληθής Λόγος» είναι έργο υπεράσπισης του Ελληνισμού, το πρώτο ελληνικό έργο αντιιουδαϊκής και αντιχριστιανικής πολεμικής. Ο Κέλσος, Έλληνας εκλεκτικός φιλόσοφος της ύστερης αρχαιότητας, αντλώντας επιχειρήματα από το οπλοστάσιο της Ελληνικής Φιλοσοφίας, από την Ιστορία και τη Θρησκειολογία, δίνει την ελληνική απάντηση σε ένα δόγμα που το θεωρεί προϊόν βάρβαρης και απολίτιστης σκέψης, γράφει χαρακτηριστικά, ότι
  • ο Χριστιανισμός απευθύνεται σε ηλίθιους και αμόρφωτους.
Ο «Αληθής Λόγος», με το αδιάβλητο κύρος του αρχαιοελληνικού λόγου, έρχεται να ανατρέψει τους μύθους περί «ελληνοχριστιανισμού», καταδεικνύοντας με έμφαση το χάσμα ανάμεσα στο Ελληνικό Πνεύμα και τον Χριστιανισμό.
Ο «Αληθής Λόγος», γραμμένος το 178 μ.Χ., σώζεται σχεδόν αυτούσιος χάρη στον χριστιανό κατηχητή Ωριγένη ο οποίος, προκειμένου να αντικρούσει τον Κέλσο, τον παρέθεσε μέσα στο απολογητικό του έργο «Κατά Κέλσου», ακριβώς ως είχε. Έτσι, η ανασύνθεση του «Αληθή Λόγου» δεν στάθηκε ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση: Χρειάστηκε να ανασυρθεί το κείμενο μέσα από το αρχικό χειρόγραφο του Βατικανού (‘Ά», Vat gr. 386. 13ος αι.) και να αποδοθεί στο ακέραιο, με την διατήρηση, στα σημεία όπου χρειαζόταν, μόνο των «συνδετικών» λέξεων ή φράσεων του Ωριγένη.
Σήμερα οι ειδικοί συμφωνούν ότι ο «Αληθής Λόγος» όπως περιέχεται στο «Κατά Κέλσου» αποτελεί το 80% του αρχικού, και θεωρείται ότι μόνο οκτώ-εννιά σημεία έχει απαλείψει ή συντομεύσει ο Ωριγένης.
Η αντιχριστιανική πολεμική του Κέλσου είναι η πρώτη που ξεφεύγει από το μέχρι τότε επίπεδο αντιμετώπισης των χριστιανών από μέρους των λογίων -αν μπορεί βέβαια να θεωρηθεί ως σοβαρή αντιμετώπιση, είτε η διακωμώδηση των απλοϊκών αντιλήψεων και της ευπιστίας των χριστιανών είτε οι περιστασιακές και χονδροειδείς επιθέσεις κατά της υποτιθέμενης ανηθικότητας ή και εγκληματικότητάς τους. Τέτοιες επιθέσεις άλλοτε στηρίζονταν σε -συνήθως συκοφαντικές και ιουδαϊκής έμπνευσης- φήμες που ήθελαν τους χριστιανούς να τελούν αιμομικτικά όργια κ.τ.λ., και άλλοτε σε προκλητικές και «ασεβείς» συμπεριφορές και γενικά στην αντικοινωνική στάση των ίδιων των χριστιανών.
Ο Κέλσος μεταφέρει για πρώτη φορά την πολεμική στο ιστορικό και φιλοσοφικό πεδίο, επιχειρώντας να δώσει μια όσο το δυνατό ολοκληρωμένη ελληνική απάντηση
  • σ’ ένα δόγμα που θεωρεί ότι προέρχεται από έναν δεισιδαίμονα και απολίτιστο λαό,
  • ένα δόγμα που το θεωρεί προϊόν βάρβαρης σκέψης.
Φυσικά δεν του διαφεύγει, μ’ όλη την περιφρόνηση του για το χαμηλό επίπεδο των συγχρόνων του χριστιανών δασκάλων, ότι τη νέα θρησκεία, ήδη στα 170 μ.Χ., δεν μπορεί κανείς παρά να την πάρει στα σοβαρά, και ότι δεν έχει πια να κάνει με τις ολιγομελείς κοινότητες των «γραφικών» και αξιοπερίεργων τύπων του
 1ου αιώνα…


       πηγη:








«Η διάσωσης του Ιουλιανού»




Σ’ αυτό το ποίημα ο Κ.Π. Καβάφης κρατάει μια καυστικά
ειρωνική στάση απέναντι στη σχέση του Ιουλιανού με τη θρησκεία.
Συγκεκριμένα αμφιβάλλει για την εγκυρότητα της πληροφορίας
που αναφέρεται στη διάσωση του Ιουλιανού από τους χριστιανούς
ιερείς. Στη συνέχεια όμως, επισημαίνει πως μπορεί όντως να
αληθεύει αυτή η πληροφορία, καθώς δε συγκρούεται με ιστορικά
γεγονότα. Στο τέλος του ποιήματος ο Καβάφης ειρωνεύεται τη
στάση του Ιουλιανού πάνω σ’ αυτό το θέμα, αφήνοντας να
εννοηθεί, πως ενώ ο Ιουλιανός γνώριζε τι πραγματικά είχε συμβεί,
δεν ήθελε να το αποκαλύψει και προφασιζόταν δικαιολογίες. Αυτό
μας το αποδεικνύει η εξής φράση του ποιήματος : «λήθη δε έστω
τού σκότους εκείνου;». Εδώ ο Καβάφης δε δέχεται τους
ισχυρισμούς του Ιουλιανού, καθώς σύμφωνα με τον ποιητή είναι
αδύνατον να μη θυμάται το συμβάν, λόγω του σκοταδισμού που
κυριαρχούσε την εποχή εκείνη.
Εν κατακλείδην, στο συγκεκριμένο ποίημα, ο Ιουλιανός μέσα
από τα μάτια του Καβάφη είναι ένας πανούργος, αδίστακτος
αυτοκράτορας, εφόσον ενδιαφέρεται μόνο για την ικανοποίηση
των προσωπικών του συμφερόντων.
Γενικότερα ο Κ.Π. Καβάφης στα ποιήματα που αναφέρονται
στον Ιουλιανό, διατηρεί μία αμφίρροπη στάση ιδιαίτερα σ’ ό,τι
αφορά τα θρησκευτικά πιστεύω του ρωμαϊκού αυτοκράτορα .
Συγκεκριμένα, στο ποίημα:«Ο Ιουλιανός εν Νικομηδεία»
εκδηλώνεται καθαρά η συμπάθεια του Καβάφη για τον νεαρό
ευγενή, ενώ σ’ άλλα ποιήματα, όπως λ.χ. «Ο Ιουλιανός εν τοις
Μυστηρίοις», μιλά για εκείνον με αλύπητη και εύστοχη ειρωνεία.
 



“Ο Ιουλιανός εν τοις Μυστηρίοις”
 


Πλην σαν ευρέθηκε μέσα στο σκότος
,μέσα στης γης τα φοβερά τα βάθη,
συντροφευμένος μ
' Έλληνας αθέους' είδε με δόξαις και μεγάλα φώτα


να βγαίνουν άϋλαις μορφαίς εμπρός του,
φοβήθηκε για μια στιγμήν ο νέος
 


κ

' ένα ένστικτον των ευσεβών του χρόνων








επέστρεψε

, κ' έκαμε τον σταυρό του.








Αμέσως η Μορφαίς αφανισθήκαν









η δόξαις χάθηκαν

- σβύσαν τα φώτα.








Οι Έλληνες εκρυφοκυτταχθήκαν

.








Κι

' ο νέος είπεν• «Είδατε το θαύμα;








Αγαπητοί μου σύντροφοι

, φοβούμαι.








Φοβούμαι

, φίλοι μου, θέλω να φύγω.








Δεν βλέπετε πως χάθηκαν αμέσως

οι δαίμονες σαν μ

' είδανε να κάνω








το σχήμα του σταυρού το αγιασμένο









Οι Έλληνες εκάγχασαν μεγάλα









«


Ντροπή, ντροπή να λες αυτά τα λόγια








σε μας τους σοφιστάς και φιλοσόφους

.








Τέτοια σαν θες εις τον Νικομηδείας

και στους παππάδες του μπορείς να λες

.








Της ένδοξης Ελλάδος μας εμπρός σου

οι μεγαλείτεροι θεοί φανήκαν

.








Κι

' αν φύγανε να μη νομίζης διόλου








που φοβηθήκαν μια χειρονομία

.








Μονάχα σαν σε είδανε να κάνης

το ποταπότατον

, αγροίκον σχήμα








συχάθηκεν η ευγενής των φύσις

και φύγανε και σε περιφρονήσαν

».








Έτσι τον είπανε κι

' από τον φόβο








τον ιερόν και τον ευλογημένον

συνήλθεν ο ανόητος

, κ' επείσθη








με των Ελλήνων τ

' άθεα τα λόγια.








Είναι το πρώτο από τα εφτά ποιήματα του Καβάφη που αναφέρονται στον Ιουλιανό

.








Γράφτηκε στα

1896. Ο Ιουλιανός είχε λάβει ενδελεχή «χριστιανική» παιδεία, κατ








εντολήν του αυτοκράτορος

(και εξαδέλφου του) Κωνσταντίου, κατά τη διάρκεια της








ομηρίας του

. Το γεγονός αυτό καθώς και η φυσική του κλίση προς τη μελέτη τον








κατέστησαν ικανό περί τα

«θεολογικά» - σε τέτοιο βαθμό που μετά το θάνατό του ο








Πατριάρχης Αλεξανδρείας

, ο πολύς Κύριλλος, αναγκάστηκε να γράψει ένα πολύτομο








έργο για να ανασκευάσει το σύγγραμμα του Ιουλιανού

«κατά Γαλιλαίων». Είναι και η








μοναδική μας πηγή για το εν λόγω κείμενο του Ιουλιανού

, γιατί η αυτοκρατορική








Εκκλησία φρόντισε να καούν όλα τα αντίγραφα που υπήρχαν

ακόμα και τα βιβλία








των χριστιανών που προσπαθούσαν να τον αντικρούσουν

, για να μην απομείνει








κανένα ίχνος του

«μιαρού» συγγραφέα στον γραπτό λόγο.








Στο ποίημα ο Ιουλιανός εμφανίζεται νέος

, να ακολουθεί μια παρέα εθνικών σε κάποια








παγανιστικά

«μυστήρια». Βρίσκεται ακόμα σε μια φάση όπου είναι μεν θιασώτης της








πατρώας θρησκείας

, αλλά δεν έχει κατασταλάξει απολύτως στα θρησκευτικά του








«

πιστεύω». Οπωσδήποτε ο Καβάφης είχε προβληματιστεί για τη «στροφή» του








Ιουλιανού από την επίσημη θρησκεία

(το χριστιανισμό) στον οποίο μυήθηκε








παιδιόθεν

, προς τον εθνικό πολυθεϊσμό. Η φύση του Ιουλιανού τον οδηγούσε,








αναπόδραστα

, προς μια έντονη θρησκευτικότητα. Γιατί να μην παραμείνει στο








χριστιανισμό

;








Η πλέον προφανής εξήγηση είναι πως η τεράστια φιλομάθειά του τον έφερε σε επαφή

με το σύνολο σχεδόν της αρχαίας ελληνικής γραμματείας

(πολλούς αρχαίους








συγγραφείς τους αναφέρει στα κείμενά του που διασώθηκαν και συχνά παραθέτει

αποσπάσματά τους

). Η επαφή αυτή γέννησε μέσα του μια απεριόριστη αγάπη για την








Ελλάδα και την ελληνική γλώσσα

, αλλά και την ελληνική φιλοσοφική σκέψη.








Άμεσος πνευματικός αντίπαλος αυτής της ιδανικής Ελλάδας και σκέψης ήταν ο

χριστιανισμός

, ο οποίος είχε ήδη αποκτήσει πολιτική ηγεμονία, με τον Κωνσταντίνο








και τον Κωνστάντιο

. Η πολιτική κάλυψη της εξουσίας επέτρεπε στην αυτοκρατορική








Εκκλησία της εποχής να ασχημονεί κατά των

«Ελλήνων» και να καταστρέφει








συστηματικά τα ιερά και τα έργα τέχνης ως

«δαιμονικά». Ο Ιουλιανός (έχοντας








έντονη θρησκευτική ροπή

) είχε να επιλέξει ανάμεσα σε δυο ισχυρές εκδοχές και








διάλεξε αβίαστα εκείνη που ήταν με την πλευρά της ελληνικής γραμματείας και

σκέψης

, παρά και ενάντια στο πολιτικό του συμφέρον. Η επιλογή ήταν εκείνη ενός








έξυπνου

, ακέραιου και καλλιεργημένου νέου ανθρώπου που ήταν σε θέση να








συγκρίνει τον υψηλό λόγο του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη με τις επαρχιώτικες

επιτεύξεις του Μωυσή της Βίβλου

, τις αφελείς εξιστορήσεις των Ευαγγελιστών και








τα φανατισμένα κείμενα του Παύλου περί του Γιαχβέ και της ακροβυστίας

.
 
Κι όμως

, παρά την προφανή ανωτερότητα της ελληνικής απέναντι στην ιουδαιο-








χριστιανική παράδοση και σκέψη

(από την οποία έλλειπαν ακόμα οι μετέπειτα








Πατερικές επεξεργασίες

, οι οποίες εξωράισαν σένα βαθμό τις άγαρμπες, ανούσιες








και αφελείς Βιβλικές και Ευαγγελικές αφηγήσεις

και τις αλλοίωσαν δραστικά, αλλά








αυτό είναι άλλο θέμα

) ο Ιουλιανός θα μπορούσε κάλλιστα να παραμείνει χριστιανός








όπως έκαναν κι άλλες γνωστές μας

, λαμπρές (πλην, φανατισμένες) πνευματικές








προσωπικότητες των καιρών εκείνων

: Ο Βασίλειος ο Μέγας, ο Γρηγόριος








Ναζιανζηνός

και λίγο αργότερα ο Ιωάννης Χρυσόστομος. Πιθανολογώ πως εκείνο








που βάρυνε καθοριστικά στην επιλογή του ήταν το γεγονός πως ανήκε σε μια

αυτοκρατορική οικογένεια αδίστακτων χριστιανών δολοφόνων

: Τόσο ο θείος του








Κωνσταντίνος ο Μέγας

(Άγιος και Ισαπόστολος!), όσο και ο ξάδερφός του








Κωνστάντιος είχαν δολοφονήσει

εξοντώσει ολόκληρη την οικογένειά του και είχαν








κρατήσει τον ίδιο σε μια πολύχρονη κατάσταση ομηρίας

, όπου μπορούσε ανά πάσα








στιγμή να δοθεί η διαταγή της θανάτωσής του

. Ο Ιουλιανός ξεπέρασε το φόβο του








θανάτου

(όπως προκύπτει από τη δράση του και τα κείμενά του) αλλά ήταν πολύ








φυσικό να προσέθεσε στις προφανείς αδυναμίες της πρώιμης χριστιανικής

κοσμοθέασης

, την προσωπική του αηδία και το μίσος προς τους χριστιανούς








συγγενείς του

, συναισθήματα που μεταφέρθηκαν αναλογικά σε ολόκληρο το








χριστιανικό κίνημα

.








Η μύηση του Ιουλιανού








«


Πλήν σαν ευρέθηκε μέσα στο σκότος,








μέσα στης γής τα φοβερά τα βάθη


,








συντροφευμένος μ


Έλληνας αθέους,








κι είδε με δόξαις και μεγάλα φώτα

να βγαίνουν αυλες μορφές εμπρός του


,








φοβήθηκεν για μια στιγμήν ο νέος


,








κι ένα ένστικτον των ευσεβών του χρόνων

επέστρεψε


, κέκαμε τον σταυρό του.








Αμέσως η μορφαίς αφανισθήκαν


,








η δόξαις χάθηκαν


- σβήσαν τα φώτα».








Έτσι περιέγραψε ο Καβάφης στο ποίημα του


«Ο Ιουλιανός εν τοις μυστηρίοις» την μύηση στα








αρχαία ελληνικά μυστήρια του αυτοκράτορα Ιουλιανού του Παραβάτη και νομίζουμε ότι κανείς

δεν θα μπορούσε να την αποδώσει ποιητικότερα


. Βασιζόμενος στα όσα διασώζουν για την μύηση








του αυτοκράτορα ο άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός


, στον πρώτο λόγο του «Κατά Ιουλιανού»,








αλλά και ο εκκλησιαστικός ιστορικός Σωζόμενος


, μεταφέρει σχεδόν αυτούσια τα γεγονότα








ντύνοντας τα μόνο με την υπέροχη ποιητική του έκφραση


. Στο απόσπασμα του ποιήματος που








μόλις είδαμε αναφέρονται όλα τα βασικά χαρακτηριστικά μιας αρχαιοελληνικής μύησης


. Το








σκότος κυριαρχεί στον τόπο της μύησης


, ο οποίος βρίσκεται μέσα στα έγκατα της γης ή








οπωσδήποτε σε ανήλιαγο και κλειστό μέρος


. Ο μυούμενος συνοδεύεται από τους μύστες οι οποίοι








δεν είναι άλλοι από τους


«Έλληνες αθέους» και ξαφνικά το πλήρες σκοτάδι που γεμίζει με το








φόβο του αγνώστου την ψυχή του αδαούς μυούμενου το διαδέχονται λάμψεις


, «δόξαις και μεγάλα








φώτα


» που κατατρομοκρατούν τον μυούμενο. Μπορεί εκείνος μέσα από την μύηση να μαθαίνει,








να του αποκαλύπτεται κάποια κρυφή γνώση ή διδασκαλία αλλά η ψυχή του μέσα από αυτήν την

βιασμένη εμπειρία της


«μέθεξης με το μεταφυσικό» σίγουρα παθαίνει. Οι Έλληνες θεουργοί








χρησιμοποιώντας μάλλον τα Χαλδαϊκά Λόγια του εμφάνισαν κάποια πυραυγή φάσματα ή

φάσματα εκατικά φωτοειδή


(2) όπως εκείνα τα οποία ισχυρίζεται ότι είδε ο Πρόκλος. Η ψυχή του








μελλοντικού αυτοκράτορα τρομοκρατείται από τις τεχνητές ή φυσικές μυητικές λάμψεις και

παρακινούμενος από τον


«ιερόν φόβον» κατά τον άγιο Γρηγόριο, τον φόβο του Θεού δηλαδή, που








εμφανίζεται ως


«ένα ένστικτον των ευσεβών του χρόνων» κάνει το σημείον του σταυρού, αυτό








που η Εκκλησία του έχει διδάξει


«ως όπλο κατά των δαιμόνων», (3) και αμέσως ως εκ θαύματος








οι


«μορφαίς αφανισθήκαν, η δόξαις χάθηκαν-σβήσαν τα φώτα………και οι Έλληνες








εκρυφοκοιταχθήκαν


». Φυσικά εδώ ο Καβάφης μόνο ουδέτερος παρατηρητής και αφηγητής δεν








είναι


. Με την λεπτή του ποιητική ειρωνεία για το όλο δράμα της μύησης του αποστάτη








αυτοκράτορα


, συνεχίζει την πολεμική τακτική του αγίου Γρηγορίου Ναζιανζηνού και του








εκκλησιαστικού ιστορικού Σωζομενού


, μόνο πού δείχνει λίγο περισσότερη ανοχή στην αρχαία








εθνική θρησκεία που εξάλλου στην εποχή του είχε πεθάνει


. Έτσι εκφράζει την ειρωνική έναντι








των χριστιανών διάθεση των Ελλήνων ιεροφαντών λέγοντας


: «Ντροπή, ντροπή! να λες αυτά τα








πράγματα


, στους Έλληνας ημάς τους σοφιστάς και φιλοσόφους! Τέτοια, (περί του φόβου των








αρχαίων θεών μπρος στο σχήμα του Σταυρού


, γεγονός που υπονοούσε καθαρά την δαιμονική τους








φύση


), σαν θες εις τον Νικομηδείας και τους παπάδες του να πας να λεςΤελικά ο αυτοκράτορας








μεταπείθεται


«με των Ελλήνων τα άθεα τα λόγια» που υποστηρίζουν ότι η εξαφάνιση των θεών








δεν έγινε από φόβο μπροστά στο σχήμα του σταυρού αλλά από


«βδελυγμόν» μιας και








«


συχάθηκεν η ευγενής των φύσις και φύγανε και τον περιφρονήσαν» (4) και η μύηση του γίνεται








κανονικά έστω και με μια διακοπή


. Οι ιεροφάντες φρόντισαν να του δώσουν πρακτικές








πληροφορίες για τον Άδη


, τα εμπόδια και τα τέρατα που θα συναντούσε καθώς και πληροφορίες








για την τοπογραφία των Ηλυσίων Πεδίων και να του μάθουν να απαγγέλλει τους ύμνους που θα

τον προφύλαγαν από τους κινδύνους και θα του άνοιγαν τις πόρτες των Ηλυσίων


. Κατόπιν








οδηγούμενος από τον ιεροφάντη και τον δαδούχο πήγαιναν στην αίθουσα της μύησης όπου

συνήθως υπήρχε μικρογραφία με λεπτομέρεια του Κάτω Κόσμου


. Έπειτα του αποκάλυψαν τα








διάφορα ιερά αντικείμενα και όταν η τελετή τελείωσε και ο αυτοκρατορικός πρίγκιπας ήταν πλέον

τελεσθείς ή τετελεσμένος είχε ανταλλάξει το χριστιανικό του βάπτισμα με την μυητική εμπειρία

θεογνωσίας των μυστηρίων και έκτοτε κάθε φορά που άγγιζε λόγω των υψηλών του καθηκόντων

τον ευχαριστιακό άρτο της θείας λειτουργίας καθάριζε τα χέρια του με μέλι


, ουσία που σύμφωνα








με την μιθραϊκή μυστηριακή λατρεία είχε καθαρτική δύναμη


. Τι οδήγησε όμως τον αυτοκράτορα








να επιδιώξει την μύηση και κατ


επέκταση την γνώση και την συμμετοχή στα αρχαία μυστήρια








της θρησκευτικά συγκριτιστικής ελληνιστικής και κατόπιν ρωμαϊκής εποχής πηγαίνοντας ενάντια

στις επιταγές των καιρών που απαιτούσαν από αυτόν να είναι ή τουλάχιστον να δείχνει








«


χριστιανικότατος»;








Ως ανιψιός του Μ


. Κωνσταντίνου και επίδοξος διάδοχος του θρόνου ο Ιουλιανός έζησε στα








πρώτα παιδικά του χρόνια τα μίση και τις ίντριγκες της βασιλικής αυλής ενώ δύο μήνες μετά τον

θάνατο του αυτοκράτορα θείου του είδε σε μια νύχτα να δολοφονούνται έντεκα συγγενείς του από

τους Λεγεωνάριους του εξαδέλφου του Κωνστάντιου ο οποίος μόλις είχε αναρριχηθεί στον θρόνο

και ξεκαθάριζε το παλάτι από επίδοξους μνηστήρες της αυτοκρατορικής εξουσίας


. Από την








βραδιά της τρομερής εκείνης σφαγής στο ανάκτορο της βασιλεύουσας στην καρδιά του νεαρού

Ιουλιανού πέρασε ένας φόβος που τον συνόδεύε για όλη του την ζωή


. Ολόκληρες νύχτες έμενε








άγρυπνος και έτρεμε ένα κάποια στιγμή άκουγε βήματα στους διαδρόμους


. Ο ίδιος και ο αδελφός








του μόλις που γλύτωσαν με την παρέμβαση του Ευσεβίου επισκόπου Καισαρείας της

Νικομηδείας


, και φημισμένου εκκλησιαστικού ιστορικού. Παρά το ότι όφειλε την ζωή του σε








εκείνον


, τόση ήταν η απέχθεια του προς κάθε τι το χριστιανικό που σε κανένα από τα σωζόμενα








έργα του δεν αναφέρει έστω και μια φορά το όνομα του Ευσεβίου


. Δάσκαλος του στα πρώιμα








παιδικά του χρόνια υπήρξε ο Μαρδόνιος


, ένας ελληνιστής ευνούχος από την Θράκη που μαζί με








τα έπη του Ομήρου του δίδαξε και τον θαυμασμό στην αρχαία θρησκεία των Ελλήνων


.








Παράλληλα με τον Μαρδόνιο την θεολογική του μόρφωση ανέλαβε και κάποιος μοναχός

Ευτρόπιος ο οποίος ήταν τόσο φανατικός αρειανός που μισούσε περισσότερο τον Μ


. Αθανάσιο








από τον εθνικό Σωκράτη


. Ο επίσκοπος Καισαρείας της Νικομηδείας Ευσέβιος ωστόσο φρόντισε








να μεγαλώσει τα δύο ορφανά κοντά του κρατώντας τα κοντά του έως τον θάνατο του το έτος


342








μ


. Χ. Ο Ιουλιανός ήταν τότε μόλις έντεκα ετών ενώ ο αδελφός του δεκαέξι.








Κατόπιν τα δύο αδέλφια κλείστηκαν στο φρούριο Μάκελλο της Καππαδοκίας υπό την επίβλεψη

κάποιου επισκόπου Γεωργίου του οποίου η πλούσια βιβλιοθήκη ήταν η μόνη ψυχαγωγία του

Ιουλιανού σε αυτόν τον τόπο


. Τον έθελγε κυρίως ο φιλοσοφικός λόγος του Πλάτωνος ωστόσο








πολλές φορές βυθιζόταν στα μυστικιστικά έργα του αλεξανδρινού θεουργού Ιαμβλίχου όπως το








«


Μυστήρια της Αιγύπτου» που τον απομάκρυνε από τον Χριστιανισμό καθώς και το «Περί








Θεών


» στο οποίο ο φιλόσοφος διαμόρφωνε μια ηλιολατρία. Μόλις όμως ερχόταν κάποιος να τον








δει ο Ιουλιανός έπαιρνε αμέσως την Παλαιά Διαθήκη προσποιούμενος πως μελετά την ιστορία

των επαναστατών Μακκαβαίων


. Τότε ήταν που ο κατοπινός αυτοκράτορας, έχοντας πλέον κλίνει








σταθερά υπέρ της εθνικής θρησκείας


, άρχισε να προσποιείται διαστρέφοντας τον ευθύ χαρακτήρα








του και υποκρινόμενος τον χριστιανό και να συχνάζει σε όλες τις ακολουθίες που τελούσε ο

γέροντας επίσκοπος στο ναό της κοντινής στο φρούριο μονής του αγίου Μερκουρίου


. Είχε γίνει








διπρόσωπος


, χριστιανός από ανάγκη και εθνικός από έρωτα. Θέλοντας μάλιστα να παραπλανήσει








τους πάντες για να αποσείσει από επάνω του την ετικέτα του παγανιστή δεν δίσταζε να εκτελεί

χρέη αναγνώστη στις ακολουθίες και όλοι να θαυμάζουν το ταλέντο του και την μεταστροφή του

στον Χριστιανισμό


. Για τον ίδιο όμως η εκκλησία συνδεόταν με την δολοφονία του πατέρα του








και τους διωγμούς του από τον μονοφυσίτη αυτοκράτορα Κωνστάντιο


. Στην ψυχή του είχε








ταυτίσει τον χριστιανισμό με όσους τον κατέτρεχαν


, με αποτέλεσμα να τον αποστραφεί.








Όσο όμως και εάν έπειθε τους ανθρώπους για τη δήθεν χριστιανική ευσέβειά του


, τα θεϊκά








σημάδια αποκάλυπταν την αλήθεια


. Όταν μαζί με τον αδελφό του αποφάσισαν να ευπρεπίσουν το








θαυματουργό μνήμα του Αγίου Μάμαντος


, που βρισκόταν σε εκείνη την περιοχή, με δικές τους








οικονομίες και προσωπική εργασία ως ένδειξη πίστης και σεβασμού


, το μέρος που ανοικοδόμησε








το μνημείο ο αδελφός του έμεινε στέρεο


, ενώ το μέρος που έφτιαξε ο Ιουλιανός ράγισε και








χάλασε


, θυμίζοντας σε πολλούς την βιβλική ιστορία με τη θυσία του Κάιν και του Άβελ. Ο άγιος








Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός το θεώρησε ως θεϊκή αποκάλυψη της κακοπιστίας του Ιουλιανού


.








Όταν αργότερα βρέθηκε σχεδόν εξόριστος στην Νικομήδεια


, επιδίωξε και έγινε μαθητής του








εθνικού φιλοσόφου Λιβανίου


, ο οποίος ήταν τόσο φημισμένος που αποκαλείτο «ο βασιλιάς των








Ρητόρων


». Εκείνος βλέποντας τις ικανότητες καθώς και την καταγωγή του, κατάλαβε πως ο








Ιουλιανός ήταν η τελευταία ελπίδα της ειδωλολατρίας και έτσι τον μύησε στα ορφικά και στα

ελευσίνια μυστήρια


, εισάγοντας τον στη μαγεία του μυστικισμού. Επίσης γεμάτος πάντοτε








θαυμασμό για τον Ιάμβλιχο και την διδασκαλία του ταξίδεψε έως την Πέργαμο προκειμένου να

συναντήσει τον φιλόσοφο Αιδέσιο


, τον μόνο εν ζωή ακόμα τότε μαθητή του περιωνύμου








φιλοσόφου


. Ο Αιδέσιος ήταν τότε σε βαθύ γήρας, 93 ετών και είχε πάψει λόγω ηλικίας να








διδάσκει αλλά και να ιερουργεί και ζούσε πλέον αποτραβηγμένος από τον κόσμο


. Ωστόσο








δέχθηκε φιλόφρονα τον νεαρό Ιουλιανό


, στον οποίο σύστησε τρεις μαθητές του, τον Εφέσιο








Μάξιμο


, φημισμένο θεουργό, τον Ηπειρώτη νεοπλατωνικό Πρίσκο που λόγω του ότι ήταν πολύ








λιγομίλητος τον ονόμαζαν


«σιωπηλό» και τον Ευσέβιο της Λύνδου, μαζί με τον οποίον αργότερα








ο Ιουλιανός κατασκεύασε και διαμόρφωσε ουσιαστικά τον Νεοπλατωνισμό του


4ου αιώνα, με








σκοπό να ανακόψει την ορμή του Χριστιανισμού


. Επίσης, ο γέροντας φιλόσοφος του πρόσφερε








και τον βιβλίο


«Συναγωγή Πυθαγορείων Δογμάτων», στο οποίο ο Ιάμβλιχος έπλεκε τις








διδασκαλίες του Πυθαγόρα και του Πλάτωνα σε ένα ενιαίο μεταφυσικό σύστημα όπου ο αριθμός

έπαιρνε παγκόσμια σημασία ως ψυχή του κόσμου


. Στην Πέργαμο ο Ιουλιανός συνάντησε και τον








χριστιανό επίσκοπο Ιλίου Πήγασο ο οποίος


, όπως έκπληκτος ανακάλυψε, ήταν κρυφός οπαδός








της εθνικής λατρείας


. Όταν αργότερα έγινε αυτοκράτορας, έκανε τον πρώην χριστιανό επίσκοπο








εθνικό αρχιερέα της Δυτικής Μ


. Ασίας.








Μη αρκούμενος ωστόσο στην πολύ φιλοσοφική και θεωρητική διδασκαλία του Πλάτωνα


,








σύμφωνα με την οποία ο κάθε άνθρωπος μπορούσε να μεθέξει της θεότητας μέσα από τον

φιλοσοφικό στοχασμό και την έκσταση


, και θέλοντας να γνωρίσει την μέθεξη μέσω των








μυστηρίων τα οποία δίδασκε ο Ιάμβλιχος


, ο εικοσάχρονος Ιουλιανός εγκατέλειψε τελικά








απογοητευμένος τον Ευσέβιο της Λύνδου και πήγε στην Έφεσο


, προκειμένου να μαθητεύσει








δίπλα στον Μάξιμο ο οποίος μέσα από τα μυστήρια των Χαλδαίων οδηγούσε τους οπαδούς του

στην εποπτεία


.








Η συνάντηση του με τον Μάξιμο στάθηκε μοιραία


. Ο θεουργός της Εφέσου μαντεύοντας τους








μύχιους πόθους του νεαρού πρίγκιπα


, τον εισήγαγε αμέσως στα μυστήρια των Χαλδαίων, τα








οποία τελούσε υποσχόμενος να τον φέρει σε επαφή με την


«Μεγάλη Θεά» την Εκάτη, «η οποία








και θα του αποκάλυπτε τον εσώτατο ρυθμό του κόσμου


». Βασική διδασκαλία του Μάξιμου








αποτελούσε η περί παγκόσμιας συμπάθειας θεωρία


, η οποία εκδηλώνεται σε υπέργειους και








απόκρυφους κύκλους όπως οι ηλιακοί


. Σύμφωνα με αυτήν κάθε ζωντανό πλάσμα αλλά και κάθε








πράγμα του κόσμου έχει μέσα του μια ουράνια σπίθα


, η οποία το φέρνει σε μια άμεση μαγική








επαφή με τον ήλιο


. Κατά τα λεγόμενα μάλιστα του Μαξίμου τα αγάλματα των θεών εμποτίζονταν








με τον καιρό μέσω της λατρείας και των μυστηριακών τελετών με απορροές της θεϊκής ουσίας


, με








αποτέλεσμα να μπορούν να θαυματουργούν


.








Μύηση στα μυστήρια της Κυβέλη ς

Μετά από λίγο καιρό


«κατήχησης» ακολούθησε η μύηση του Ιουλιανού, η πρώτη του μύηση, στα








μυστήρια της Κυβέλης από τον Μάξιμο με σκοπό να απαλλαγούν τα μάτια του από το σκοτεινό

πέπλο που κάλυπτε τους αμύητους και έτσι να μπορέσει να δει την αλήθεια


. Η μύηση έγινε σε








έναν ειδικά διαμορφωμένο υπόγειο χώρο όπου ηχούσαν παράφορα σείστρα και τύμπανα κατά την

είσοδο του μυουμένου και μια βαριά μυρωδιά από πυκνούς καπνούς θόλωνε ταυτόχρονα την

διάνοια του


. Κατόπιν, τον θόρυβο των σείστρων διαδεχόταν μια απαλή μελωδία την οποία








κάλυπτε συχνά η φωνή του Μάξιμου που απήγγειλε μονότονα κάποιους ύμνους σε μια άγνωστη

γλώσσα


. Τότε μέσα σε ένα φως σε σχήμα συντριβανιού εμφανίζονταν κάποιες κινούμενες σκιές








και κατόπιν γίνονταν ζωντανά είδωλα


, που έγνεφαν αγριεμένα προς τον μυούμενο. Ήταν οι








δαίμονες που προπορεύονταν της Εκάτης όπως έλεγε ο Μάξιμος


. Στη συνέχεια ο μυούμενος








περνούσε στην επόμενη αίθουσα


, όπου έλαμπε ο ολόχρυσος ρόμβος της Εκάτης, ο οποίος έκρυβε








μέσα του ένα μαγικό ζαφείρι ικανό να φέρει βροχή


. Ο ρόμβος άρχισε να περιστρέφεται πολύ








γρήγορα και την κίνηση του ακολουθούσαν βροντές και κρότοι ώσπου στο τέλος εμφανίστηκε η

Κυβέλη


, η τρίμορφη θεά των νεκρών και του κάτω κόσμου έχοντας αντί για μαλλιά φίδια που








σάλευαν και κατόπιν μετασχηματίζονταν σε φλόγες


. Φάνηκε να απλώνει το χέρι της προς το








πρόσωπο του Ιουλιανού προφέροντας διάφορα ακατανόητα λόγια και μετά εξαφανίστηκε και την

παρουσία της διαδέχτηκαν μουγκρητά αγριμιών που σύμφωνα με τον Μάξιμο πάντα


, τη








συνόδευαν και μηνούσαν την απομάκρυνση της


. Ο Ιουλιανός παρακολούθησε ενεός τα γεγονότα.








Τέλος εξουθενωμένος μόλις βγήκε από την αίθουσα της μύησης έσπευσε να ρωτήσει τι του είπε η

θεά αφού ήταν πεπεισμένος ότι την είχε δει στην πραγματικότητα


. Ο Μάξιμος του απάντησε πως








είπε ότι ήταν γιος του ήλιου και μια μέρα θα αντίκριζε τον αθάνατο προγονό του


.








Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι η λατρεία του ήλιου αποτελεί εκδήλωση της ψυχής του

ανθρώπου από τα πρωτόγονα ακόμα χρόνια μια και ο ήλιος σήμαινε την επιστροφή του φωτός και

της ζωής και τη λύτρωση από τους φόβους της νύχτας


. Ο ήλιος παρουσιάζεται στη θρησκεία της








αρχαίας Αιγύπτου ως θεότητα και ως δημιουργός του σύμπαντος στις Βέδες


, τα ιερά βιβλία των








Ινδών


, και στην Αβέστα της Περσίας. Στην Ελλάδα ο Ίωνες φιλόσοφοι όπως ο Θαλής είχαν








καταρρίψει τη βάση της θεοποίησης του ήλιου


, έχοντας αποδείξει πως με το να ανατέλλει και να








δύει μια ορισμένη ώρα ακολουθούσε απαραβίαστη νομοτέλεια κάποιου Δημιουργού


, άρα ήταν








κοινότατο άστρο


. Ως κοινό πλην φλεγόμενο άστρο τον αναφέρει και ο Αριστοτέλης. Τελευταίος








που επιχείρησε να επιβάλλει την ηλιολατρεία ήταν ο αυτοκράτορας Γαλέριος το


307 μ.Χ. Επίσης,








η θρησκεία του Μιθραϊσμού που γνώρισε μεγάλη διάδοση στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία και υπήρξε

για αρκετό καιρό το αντίπαλο δέος του Χριστιανισμού ήταν ηλιολατρική


.








Η θεουργία είχε γίνει την περίοδο των ελληνιστικών αλλά και των ρωμαϊκών κυρίως χρόνων το

καταφύγιο της απελπισμένης διανόησης των ελληνικών φιλοσοφικών σχολών που μετά από εννέα

αιώνες ορθού φιλοσοφικού λόγου είχαν αποτύχει σε μια γενικευμένη θεουργική ένωση με το θείο

και βλέποντας την συνεχή επικράτηση του χριστιανισμού


, στράφηκαν πλέον προς την μαγεία της








θεουργικής αβύσσου παρά της όποιες προειδοποιήσεις κάποιων νεοπλατωνικών όπως για

παράδειγμα ο Ευσέβιος από την Λύνδο της Καρίας που καλούσε τον Ιουλιανό να απομακρυνθεί

από τον θεουργό Μάξιμο


, τον θεατρικόν εκείνον θαυματοποιόν. Η μύηση του Ιουλιανού από τον








Μάξιμο στα μυστήρια των Χαλδαίων μάγων έγινε σε πείσμα των φίλων του και κρατήθηκε για

πολλά χρόνια μυστική


, αφού ήταν ικανή να τον καταστρέψει εάν γινόταν γνωστή τότε στα








ανάκτορα της Κωνσταντινούπολης


.








Σπουδές στην Αθήνα και μύηση στα Ελευσίνια

Στα είκοσι τρία του χρόνια ο Ιουλιανός πήγε για σπουδές στην Αθήνα με την άδεια της αυγούστας

Ευσεβείας


. Εκεί στη σχολή του φιλοσόφου Προαιρέσου είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τους δύο








μεγάλους αγίους πατέρες και διδασκάλους της Εκκλησίας Γρηγόριο τον Θεολόγο και Βασίλειο

τον Μέγα


, που οι συμφοιτητές του από σεβασμό αποκαλούσαν «Καθηγεμόνα των φοιτητών».








Ευρισκόμενος ο Ιουλιανός στην Αθήνα αποφάσισε να μυηθεί στα ελευσίνια μυστήρια


,








παραθεωρόντας τον κίνδυνο που ελλόχευε εάν η μύηση του γινόταν γνωστή στη Βασιλεύουσα


.








Ήρθε λοιπόν σε επαφή με τον μεγάλο Ιεροφάντη της Ελευσίνας


, τον Νεστόριο, και μετά τη








νηστεία και τα καθαρτικά λουτρά στο Φάληρο πήγε στην Ελευσίνα


, ακολουθώντας μαζί με τους








άλλους πιστούς το ξόανο του γιου της Δήμητρας Ίακχου


, που θεωρείτο ενδιάμεσος θεάς και








ανθρώπων


. Η πομπή ξεκινούσε από την Αθήνα την ημερομηνία της παραμονής της ναυμαχίας

της; Σαλαμίνας

Ετικέτες

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]

<< Αρχική σελίδα